Get Adobe Flash player

 

facebooktree-button

forum-buttonnews-buttonpharmacy-button-newweather-button-newairplaneold

 

Εισοδος μελων

Η ιστοσελίδα asomatos.eu μαζεύει προσωπικά δεδομένα όπως παρουσιάζονται στο σύνδεσμο Register τα οποία επιτρέπουν στα μέλη της να αποκτήσουν πρόσβαση στο περιεχόμενο μελών μόνο. Μπορείτε να ζητήσετε διαγραφή των προσωπικών σας δεδομένων αποστέλλοντας email στο info@asomatos.eu.            | 

Έχουμε 437 επισκέπτες συνδεδεμένους και κανένα μέλος

ΣKOΡΠΙΕΣ ΘΥΜΙΣΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΓΕΝΕΘΛΙΑ ΓΗ

Αξιολόγηση Χρήστη:  / 8

andreas frantzias photo

Του Ανδρέα Φραντζιά 

Ανασύροντας από το σκονισμένο μου αρχείο κάποιες φωτογραφίες, χίλιες-μύριες αναμνήσεις με τυλίγουν και γίνονται ρίγος στην καρδιά μου. Ένα δυνατό σφίξιμο ταράζει τη γαλήνη μου, μαζί μ’ ένα κύμα που αναβλύζει γλυκιά ευωδία. 

Ξανάζησα για λίγο όμορφες, μοναδικές εφηβικές στιγμές.

Κάποιες γλυκές αναμνήσεις κι όνειρα παιδικά που ήταν σκιαγραφημένα με γαλάζιο και χρυσό.

Φαίνεται, είναι στη φύση του ανθρώπου να ξεχνά όσα τον πλήγωσαν και βασανίζουν και να φέρνει στη θύμηση του όσα του πρόσφεραν χαρά.

Να κρατά κομμάτια θύμησες που τον έκαναν ευτυχισμένο. 

Η φωτογραφία αυτή, κάπου στο 1971-72, 14 χρονών τότε, ανάμεσα σε μεγαλύτερους νέους, να ψάχνω μέσα από το ποδόσφαιρο την αναγνώριση, τη χαρά της νίκης, την πρόωρη ενηλικίωση, την προσφορά στο χωριό μου μέσα από το σύνολο… 

Έρχεται αναπόδραστα στο μυαλό μου, από τα βάθη του χρόνου, το τουρνουά ποδοσφαίρου που διοργανωνόταν κάθε καλοκαίρι στο γειτονικό χωριό Κοντεμένος. Το seven-a-side (7 κάθε ομάδα). 50-60 ομάδες από την ευρύτερη περιοχή, να συναγωνίζονται μέσα στην κάψα του καλοκαιριού για έπαθλο μια ασπίδα, που θα γινόταν κατοχή από την ομάδα που θα ήταν η νικήτρια του τουρνουά για 3 φορές. Κομμάτι πολύ δύσκολο για την όποια ομάδα. 

Κι όμως, το χωριό μου Ασώματος, είχε φτάσει τόσο κοντά. Το 1972, προχωρήσαμε με τις δύο ομάδες της ΕΝΑ, μέχρι τα προημιτελικά. Μια αμφίβολη κλήρωση  έφερε αντιμέτωπες τις δύο ομάδες μας. Αποχωρήσαμε οι μικροί χωρίς αγώνα. 

Το 1973, οι μικροί, σε μια πρωτόγνωρη εμπειρία ζωής, με τη δύναμη κι ενθουσιασμό μας, φτάσαμε στον τελικό. Χάσαμε για ένα κόρνερ. 

Και ήρθε ο Ιούνης του 1974. Η πρώτη ομάδα μας αναγεννημένη, με τη συμπερίληψη κάποιων νεαρών. Είχαμε μια ονειρεμένη πορεία για δύο συνεχόμενες Κυριακές. Φτάσαμε αισίως και πάλι στο μεγάλο τελικό. Αντίπαλος η Σκυλλούρα. Η αδιαμφισβήτητα μεγάλη ποδοσφαιρική δύναμη των περιχώρων. Τα 3 αδέλφια Παντζιαρά, ήταν πρωταγωνιστές με την αντίπαλη ομάδα. 

Και ναι, νικήσαμε. Η δίψα μας για τη νίκη δεν είχε μέτρημα και όριο.

Μέσα στη τρελή χαρά, στον ενθουσιασμό, σε ανείπωτη ευτυχία, παίκτες, παράγοντες, φίλαθλοι. 

Ο αρχηγός, Ηλίας Μαλτέζος, προς τιμή του, να παραχωρεί τη θέση του σε μένα, τον μικρό της παρέας, για να παραλάβω την ασπίδα, σαν ένδειξη αναγνώρισης της προσφοράς μου στην όλη πορεία του τουρνουά. Μια αλτρουιστική πράξη, σύμβολο των ηθικών αξιών της τότε εποχής. 

Ήταν μια πολύ σημαντική και σημαδιακή στιγμή στη ζωή μου.

16 χρονών έφηβος, πνίγοντας για λίγο ανασφάλειες, φοβίες και ντροπαλότητα, τρέμοντας και βαστώντας τα δάκρυα μου της χαράς, πήρα την ασπίδα στα χέρια μου από τους διοργανωτές, την φίλησα αμήχανα και τη σήκωσα ψηλά, χαμένος μέσα στο παραμύθι, μέσα σε τρελό όνειρο. 

Η ανάμνηση αυτής της μοναδικής στιγμής με κάνει να τρέμω. Η αίσθηση της συμμετοχής και συμβολής στη νίκη ενός ολόκληρου χωριού, της μεγαλοψυχίας του αρχηγού, με γυρίζουν από το βύθισμα του χρόνου. 

Παίκτες και φίλαθλοι, μια αγκαλιά, μπαίνουμε στο λεωφορείο του Κουμεττή  για τη νικηφόρα επιστροφή στο χωριό. Από την Ανεφανή αντίκρυ, μια μαγευτική εικόνα, η πλάση να χαίρεται μαζί μας. Το βούτημα του ήλιου να ροδίζει τις κορυφές των φιγούρων των γεροπεύκων, που στέκουν λυγεροί φρουροί της οροσειράς της Καυκάλλας και να χρυσίζει τον μακρινό ορίζοντα.  Κορναρίσματα, ζητωκραυγές, πανηγυρισμοί, συνθέτουν μια μαγεία. 

Φτάνουμε στην πλατεία του χωριού. Μια αλλιώτικη μυρωδιά πλανάται στον αέρα. Ο κόσμος του χωριού μελαγχολικός. Μια σιωπή θανάτου.

Η αλλοπρόσαλλη μοίρα να παίζει στο δικό της σκοπό. Κακό μαντάτο μας συναντά: του θανάτου της λατρεμένης μου προγιαγιάς Αθηνάς. Και σαν υπάρχει θάνατος, όλο το χωριό θρηνεί. 

Ένα ακόμη ταγκό της χαράς και της λύπης.   

Η φόρτιση της ημέρας, με την αγωνία, την υπερπροσπάθεια, τη χαρά και συγκίνηση, ξεσπούσε εκείνη την ώρα επάνω μου σε λυγμό. 

Συνήθως η λύπη στον άνθρωπο κρατά πιότερο από τη χαρά. Όχι όμως εκείνη τη μέρα. Αυτή είναι εξ άλλου η μοίρα του ανθρώπου, σαν κλείσει τον κύκλο της ζωής του. 

Σπασμένες σκόρπιες θύμισες…

Ευτυχώς που υπάρχουν και αναδύουν λίγο από τα παλιά. Μονάχα αυτές μπορούν να ξαλαφρώσουν και να κάνουν λιγότερο πονεμένη κι οδυνηρή τη χειμωνιάτικη ώρα της μοναξιάς και της ορφάνιας, σαν πέφτει η καταχνιά και το σκοτάδι στη ψυχή, από τις μικρότητες των ανθρώπων. Σαν το λαμπερό των παιδικών ονείρων γίνεται ολοένα και πιο θολό. Σαν εκλείψουν η παιδική αφέλεια και ρομαντισμός και η ίδια η ζωή μέσα από το πέρασμα του χρόνου μας προσγειώνει στη σκληρή πραγματικότητα. 

Χωριό μου χωριουδάκι μου. Δεν είσαι μόνο πλινθόκτιστα και πετρόχτιστα σπίτια και κάμποι πράσινοι και ξεροί. Είσαι, κατά το Βενέζη, ο πρώτος κτύπος που μπαίνει στην καρδιά του παιδιού σου με τη γέννηση του κι αμέσως γίνεσαι όλοι οι κτύποι της καρδιάς του. Μπαίνεις βαθιά μέσα του και γίνεσαι το αίμα που ρέει στις φλέβες του.

Κι όλοι αυτοί οι κτύποι και το αίμα των παιδιών σου γίνονται οι δικοί σου κτύποι και αίμα που λούζει το κορμί σου.

Γίνονται η ζωή σου… 

Τι κι αν η κακιά ώρα ήθελε να σιγήσει τους κτύπους σου, διώχνοντας τα παιδιά σου σε αφιλόξενη γη. Μια απέραντη μαγνητική σου έλξη κρατά τους χτύπους σε σύνδεση μαζί σου, όπου κι αν βρίσκονται, στα πέρατα της γης. Γιατί έχεις ήδη μπει βαθειά μέσα στη μνήμη τους και από τότε τίποτα δεν μπορεί να σε ξεριζώσει παρά μονάχα ο θάνατος. 

Κείνο όμως που σε λαβώνει και πικραίνει, είναι σαν οι κτύποι αυτοί χάνουν την αρμονία και τη συνοχή τους και πάλλονται ασυντόνιστα κι ακανόνιστα, ο καθένας στο δικό του ρυθμό.

Κείνο που σου προκαλεί πόνο και θυμό, είναι σαν κυριαρχούν το εγώ και το ιδιοτελές, έχοντας την ψευδαίσθηση ότι είναι υπέρτερα του εμείς και  του ανιδιοτελούς.

Κείνο που σου τρώει τα σωθικά και σου ματώνει τη ψυχή, είναι σαν ο χτύπος του ενός παιδιού σου προσπαθεί να σιγήσει του άλλου τον ήχο.

Κείνο που σε σκοτώνει είναι σαν στερέψει η αγάπη μεταξύ των παιδιών σου και τη θέση της παίρνουν η ζήλια και ο φθόνος. Σαν η αχαριστία γίνεται παιδί της ευεργεσίας.

Δυστυχώς η Νέμεσις, με τη μορφή της αρχαιότατης Θεότητας, είχε πάρει την απόφαση της. Δίκασε ανέντιμα. Έκρινε, το τρόπαιο της νίκης, η ασπίδα, να παραμείνει δικαιωματικά, για πάντα, κατοχή στο χωριό μου. Το αντίτιμο όμως βαρύ και τραγικό. Το ταγκό της χαράς και της λύπης εξελίχτηκε σε μονότονο χορό της λύπης και του θρήνου. Ήρθε ο μαύρος Ιούλης του 1974, που έμελλε ν’ αλλάξει ριζικά τη ζωή μας, τα όνειρα μας, το είναι μας. Να φέρει ερείπια, συμφορά και μαρασμό. 

Μια είναι η υπόσχεση μας χωριουδάκι μας. Εν όσο ζούμε κι αναπνέουμε δε θα αφήσουμε ποτές χώρο για να γίνεις χίμαιρα, ο ακατόρθωτος πόθος μας, ένας ευσεβοποθισμός, όπως η Αιολική γη του Βενέζη.

Θα μείνεις η διακαής επιθυμία μας που με σιγουριά θα πραγματωθεί μια μέρα, με τη συνεχή, συλλογική και διεκδικητική μας προσπάθεια. 

Κι επειδή της αρχαίας θεότητας Νέμεσις το μπόι δεν μπορεί να παραβγεί εκείνου της Θείας Δίκης, αγωνιζόμενοι, αισιοδοξούμε ότι σύντομα θα γλυκοχαράξει και για σένα, σκορπώντας η χρυσή αυγή τα ροδοπέταλα της στο ματωμένο σου κορμί.

Και θα βρεις τη δύναμη να αποτινάξεις τα δεσμά σου, να ξαναφέρεις κοντά σου όλα τα παιδιά σου, με τους κτύπους της καρδιάς τους να συντονίζονται και να πάλλονται και πάλι αρμονικά και χαρούμενα, σαν τότε τον παλιό καλό καιρό.

Τότε μόνο θα επουλώσεις τις πληγές σου και θα βρεις τη γιατρειά σου…

Τότε μόνο θα βρει αναπαμό η πονεμένη σου ψυχή…

 

omada xwriou1