H δική μου μαρτυρία για το καλοκαίρι του 1974 (μέρος 2)

Αξιολόγηση Χρήστη:  / 0

H δική μου μαρτυρία για το καλοκαίρι του 1974 (μέρος 2)

Γράφει η Μαρία Στεφανή

 

Ξυπνώ με τον ήχο του ραδιοφώνου που μεταδίδει τον Εθνικό Ύμνο και κάποια εμβατήρια.  Μερικές ανακοινώσεις μιλούν πάλι για αποκλεισμό στα σπίτια μας και αποφυγή συγκεντρώσεων. Εννοείται ότι δεν μπορούμε να πάμε στη δουλειά μας προς το παρόν. Δεν έχω δύναμη ούτε και όρεξη να σηκωθώ από το κρεβάτι.  Αισθάνομαι ότι τίποτε δεν θα είναι πλέον το ίδιο όπως πριν.  Χρειάζεται να φανώ δυνατή και να αντέξω τις δύσκολες ημέρες.  Επαναλαμβάνουμε συνεχώς τις εμπειρίες που ζήσαμε τις τελευταίες ώρες, δίνοντας βαρύτητα στο άκουσμα της είδησης για πραξικόπημα και προσευχόμαστε για αυτούς που τραυματίστηκαν ή σκοτώθηκαν κατά τις συγκρούσεις.  Δεν έχουμε πλήρη εικόνα της κατάστασης διότι οι Πραξικοπηματίες μεταδίδουν μόνο αυτά που τους συμφέρουν.  Προσπαθούν να κάμψουν το ηθικό του κυπριακού λαού για να μην έχουν μεγάλη αντίσταση.  Ακούουμε για δεκάδες τραυματίες και για μαζικές ταφές με φορτηγό.  Πρωτάκουστα πράγματα για την Κύπρο!  Εύχομαι όλα αυτά να είναι ένα κακό όνειρο που θα διαψευθεί μόλις ξυπνήσω.

 

Δεν ξέρω τελικά αν ήταν καλή η επιλογή μας να φύγουμε από το χώρο που περιμέναμε για το δρόμο που οδηγούσε στο χωριό μας. Μετά λύπης μας ακούσαμε ότι ο δρόμος άνοιξε για λίγη ώρα, ενώ εμείς  είμαστε εδώ αποκλεισμένοι, με την αγωνία του αύριο.

Βράδιασε για καλά. Αισθάνομαι ότι ξεφορτώνομαι μια τόσο βαριά μολυβένια αλλά και ζεστή μέρα. Πηγαίνω στο κρεβάτι αναζητώντας μια σταλιά ηρεμίας και ξεκούρασης.

 

Το πρωϊ με βρίσκει πιο αισιόδοξη διότι από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου μας καλούν να εργαστούμε.  Είναι φυσικό να χρειάζεται η Κυβέρνηση λεφτά και δεν μπορεί να παραμείνει κλειστή. Ετοιμάζομαι γρήγορα και φθάνω νωρίς να ακούσω τις ειδήσεις και τα σχόλια των συναδέλφων για τις δικές τους εμπειρίες. Είναι όλοι λυπημένοι και αναστατωμένοι για το αβέβαιο μέλλον της πατρίδας μας.

Μετά το τέλος της εργάσιμης μέρας, έχω συνεννοηθεί με το σύζυγό μου να προσπαθήσουμε να επιστρέψουμε στο χωριό με οποιοδήποτε μέσο, εφόσον δεν υπάρχουν λεωφορεία.  Περιμένουμε στη στάση και κάνουμε ότοστοπ. Αυτός που μας παίρνει, μας μεταφέρει μέχρι τη Σκυλλούρα.  Εκεί είναι το σπίτι του και εμείς κατεβαίνουμε.  Στη συνέχεια βρίσκουμε άλλο αυτοκίνητο που μας παίρνει μέχρι τον Κοντεμένο.  Περιττόν να αναφέρω ότι σε κάθε χωριό είχαμε έλεγχο από στρατιώτες του νέου καθεστώτος, (κυρίως Ελλαδίτες).  Από τον Κοντεμένο πηγαίνουμε περπατητοί μέχρι τον Ασώματο. 

 

Έχουμε μεγάλη αγωνία να δούμε τί γίνεται με το χωριό και το σπίτι μας.  Τελικά οι, ανησυχίες μας ήταν δικαιολογημένες. Μπαίνοντας σπίτι αισθανόμαστε μια άσχημη μυρωδιά.  Πηγαίνουμε στην κουζίνα και, εκτός από τα νερά που έτρεξαν στο πάτωμα, όλα τα τρόφιμα είχαν χαλάσει και η άσχημη μυρωδιά ήταν κυρίως από το κρέας.  Τα καθαρίζουμε με βαριά καρδιά και αντιλαμβανόμαστε ότι δεν υπήρχε ηλεκτρισμός εδώ και τρεις μέρες.  Το χωριό προμηθευόταν νερό από το γειτονικό Μαρκί.  Για να ξεκινήσει όμως η τουρπίνα της άντλησης του νερού χρειαζόταν ηλεκτρισμό.  Για το λόγο αυτό, το χωριό στερήθηκε το νερό όλες αυτές τις ημέρες. Το λιγοστό νερό που πήραμε από το ντεπόζιτο του χωριού, δεν είχε τη δύναμη να γεμίσει τα ντεπόζιτα στις ταρράτσες των σπιτιών.  Έτσι, αναγκαστήκαμε να μεταφέρουμε το νερό με τους κουβάδες και να το ρίχνουμε στο ντεπόζιτο για να έχουν νερό οι νιπτήρες και τα αποχωρητήρια μας.

 

Δεν ξέρω τί συνέβη με τους υπόλοιπους κατοίκους του χωριού διότι δεν έχουμε το χρόνο να ασχοληθούμε.

 

Η κατάσταση κατά τις επόμενες μέρες, μπορώ να πω ότι είναι υποφερτή.  Φαίνεται ότι έχουμε κατά κάποιο τρόπο αρχίσει να επιστρέφουμε στην ομαλότητα.  Το μόνο σημαντικό και περίεργο που εντυπώθηκε στη μνήμη μου είναι η συμπεριφορά των Τουρκικών Τραπεζών όσον αφορά τους λογαριασμούς τους στην Κεντρική Τράπεζα. Εδώ πρέπει να αναφέρω ότι, όπως όλες οι εμπορικές τράπεζες που είχαν συναλλαγές με την Κεντρική Τράπεζα είχαν καταθέσεις κοντά της, το ίδιο συνέβαινε και με τις Τουρκικές Τράπεζες.  Ο κ. Αζίζ, έτσι ονομαζόταν ο συμπαθέστατος άνθρωπος που έκανε καθημερινά κάποιες καταθέσεις, τη συγκεκριμένη ημέρα, αντί να μας χαιρετίσει με το χαμόγελο του και μερικές φορές με τα λοκούμια  και άλλα κεραστικά του, όπως συνήθιζε, προχώρησε στο Ταμείο και απόσυρε όλα τα λεφτά μιας συγκεκριμένης Τουρκικής Τράπεζας.  Εμείς απορημένοι το ρωτήσαμε γιατί το έκαμε.  Η απάντηση ήταν ορθή και ξεκάθαρη.  Τα Τουρκικά πολεμικά πλοία ξεκίνησαν από την Τουρκία για εισβολή στην Κύπρο και θα είχαμε πόλεμο.  Δεν ξέρω γιατί το πήραμε για αστείο και γελάσαμε.  Καθόλου δεν ανησυχήσαμε από την πληροφορία που μας έδωσε αυτός, ο δικός μας άνθρωπος, που ουδέποτε θα μπορούσαμε να τον θεωρήσουμε εχθρό μας.

Οι ώρες περνούν τόσο γρήγορα όταν κάποιος εργάζεται με πίεση.  Όμως τα βάσανα μας δεν τελειώνουν εδώ.  Πριν το τέλος της εργάσιμης ημέρας κυκλοφορεί μια είδηση βόμβα ότι Τούρκοι στρατιώτες μπήκαν στα πολεμικά πλοία και έφτασαν σχεδόν μέχρι την Κερύνεια για εισβολή στην Κύπρο.  Ακόμη ότι τα πολεμικά αεροπλάνα είναι σε συναγερμό στην Τουρκία για να βομβαρδίσουν την Κύπρο σε λίγες ώρες.  

Αυτή είναι η δεύτερη αλλά και χειρότερη περίπτωση που φεύγουμε από τη δουλειά τρεχάτοι και τρομοκρατημένοι.  Μάλιστα στο δρόμο για τη στάση του λεωφορείου συνάντησα μια γυναίκα που έκλαιγε και φώναζε όπως την υστερική ότι οι Τούρκοι θα μας σφάξουν όλους. Από το φόβο της πέφτει χάμω και φωνάζει βοήθεια, αλλά ποιος έχει το κουράγιο να τη βοηθήσει.  Εκείνη τη στιγμή ο καθένας τρέχει να σώσει τον εαυτό του.

Επιτέλους φθάνουμε με ασφάλεια στο χωριό.  Δεν έχουμε καμμιά άλλη ένδειξη ότι οι φήμες είναι αληθινές.  Αρχίζω να διερωτούμαι γιατί μας αναστάτωσαν τόσο άδικα και ποιος είναι αυτός που διαδίδει τόσο φοβερά πράγματα. Αλοίμονο όμως! Η μοίρα μας έκανε τα δικά της σχέδια για ένα τόσο διαφορετικό και ανύποπτο παιγνίδι.  Κάτι σαν εφιάλτης και κάτι σαν μπαμπούλας όπως συνηθίζεται να λέγεται στα παιδιά για να φοβηθούν.

                                                                                                 Συνεχίζεται ........................