MANA ΛΕΒΕΝΤΟΜΑΝΑ ΑΓΡΟΤΙΣΣΑ

Αξιολόγηση Χρήστη:  / 1

Alvertos pict 3MANA ΛΕΒΕΝΤΟΜΑΝΑ ΑΓΡΟΤΙΣΣΑ

Του Ανδρέα Φραντζια

Πριν έρθει η βαρυχειμωνιά θα κλέψεις λίγο χρόνο το βραδάκι, μιας κι η μέρα έχει χάσει από το μπόι της και κάτω από το θαμπό φως της λάμπας του πετρελαίου με το φυτίλι, θα πλέξεις κανένα τρικό, μάλλινες κάλτσες ακόμη και κουβέρτα για το ζέσταμα των παιδιών τις τσουχτερές από το κρύο του χειμώνα νυχτιές. Κι είναι εκεί που η κάθε σου σμιλιά σ’ ότι είναι χρήσιμο για το παιδί σου και τον άντρα σου αποτελεί και μια λαχτάρα, ένα καημό, μια προσδοκία. Είναι εκεί που ονειρεύεσαι…

Σαν είναι να γεννήσουν οι προβατίνες, μαζί με τον άντρα σου γίνεστε η μαία τους, είτε υπάρχει βροχή είτε βοριάς ψυχρός, είτε καταιγίδες, είτε μεσάνυχτα, είτε χαράματα. Ο άνεμος και η βροχή, η αστραπή και ο κεραυνός είναι πια φίλοι σου, μέρος της ζωής. Κι αν το αρνάκι κατεβαίνει απο τη μήτρα φυσιολογικά με τα μπροστινα πόδια και το κεφαλάκι μπροστά, τότες η γέννα γίνεται παιγνιίδι χαράς. Σαν όμως τα πισινά πόδια ξεπροβάλουν, τότες αρχίζουν τα δύσκολα.

Σαν δεν τα καταφέρετε, τρέχετε στον πολύπειρο γείτονα, όποια κι αν είναι η ώρα. Κι αυτός με ένα μόνιμα πλατύ χαμόγελο ξεγεννά, προς ανακούφιση ολονών, την προβατίνα. Η βοήθεια προς το γείτονα και κάθε συγχωριανό είναι μέρος της ζωής και της κουλτούρας. Με νοσταλγία τώρα λέμε σαν τότες, τις καλές εποχές...

 

Και σαν αρρωστήσει το παιδί, λαχτάρα και καημός σε τυλίγουν. Ένα μεγάλο σφίξιμο κρατάει την καρδιά σου και ταράζει τη γαλήνη σου. Και αν δεν πιάσουν τα γιατροσόφια της γιαγιάς, θ’ αρπάξεις το παιδί στην αγκαλιά και στου Γιανίτσαρου το σπίτι θα προστρέξεις. Αν είναι η ώρα η πρωϊνή της γραμμής του λεωφορείου προς την Λευκωσία, καλώς. Αν όχι, στο δρόμο που διασχίζει την άκρη του χωριού θα τρέξεις, μέχρι μια γραμμή της Λάμπουσας να σε οδηγήσει στο νοσοκομείο της Λευκωσίας. Η μισή ώρα της διαδρομής γίνεται ατελείωτη από την αγωνία μέχρι να φτάσεις στο γιατρό, σ’ αντίθεση με τη ζωή μας που περνάει σε χρόνο μηδέν.

 

Scannen0007Θα κλέψεις απ’ το χρόνο σου, στη χαρά και στη λύπη του συγχωριανού σου νάσαι, έστω και για λίγο, παρούσα. Γιατί η χαρά και η λύπη τους είναι και δικιά σου.

Θα μοιραστείς το βιός σου με το δίπλα σου, σαν η μοίρα του γυρίσει την πλάτη.

Αχώνευτο γίνεται το φαγητό σου σαν το παιδί του φίλου ή του γείτονα πεινάει.

Συνήθειες κι αρχές που δίνουν νόημα στη ζωή και δεν κάνουν ανώφελο το πέρασμα από τούτο τον κόσμο.

 

Συνεχίζεται...